Παρασκευή 29 Οκτωβρίου 2010

Ο Θεόφιλος του Τσαρούχη Αγνωστες λεπτομέρειες για τη ζωή του μεγάλου λαϊκού ζωγράφου μέσα από την έκθεση του Μουσείου Μπενάκη

Αν η πιο αυθεντική βιογραφία ενός ζωγράφου είναι τα έργα του, τότε δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός για να καταλάβει τον Θεόφιλο. Αυτόν τον γνήσιο λαϊκό ζωγράφο που αμφισβητήθηκε, χλευάσθηκε και αναγνωρίστηκε καθυστερημένα.
Ο Θεόφιλος, φορώντας τη φουστανέλα που δεν αποχωριζόταν ποτέ, μαζί με την αδελφή του Ειρήνη, το 1904.
Ο Θεόφιλος, φορώντας τη φουστανέλα που δεν αποχωριζόταν ποτέ, μαζί με την αδελφή του Ειρήνη, το 1904.
  Ενας δημιουργός ξετρελαμένος με την Ελλάδα, με τους αρχαίους θεούς της, τους ήρωες της Επανάστασης του '21. Ντυνόταν με φουστανέλα, μεταμφιεζόταν σε Μέγα Αλέξανδρο και σε Δία, ενώ ζωγράφιζε με πάθος πάνω σε πανιά, σανίδια, τενεκέδες και τοίχους σπιτιών.
Η έκθεση «Θεόφιλος. Εργα από τη συλλογή της Εμπορικής Τράπεζας», που εγκαινιάζεται την Τρίτη 14 Σεπτεμβρίου στο Μουσείο Μπενάκη, φέρνει και πάλι στο προσκήνιο, μέσα από 20 πίνακές του, τον ναΐφ μυτιληνιό ζωγράφο και τη θεματογραφία του: Ιστορικές και μυθολογικές σκηνές, παραστάσεις παρμένες από ταχυδρομικά δελτάρια και παλιές λιθογραφίες, τοπία και εικόνες της καθημερινής ζωής. Η έκθεση συνοδεύται από το λεύκωμα της Εμπορικής Τράπεζας που πρωτοεκδόθηκε το 1967 και περιλαμβάνει πάνω από 300 έργα του Θεόφιλου, καθώς και ένα διεισδυτικό κείμενο του Γιάννη Τσαρούχη. Ο τελευταίος ακολουθεί τον Θεόφιλο στην περιπλάνησή του στη Σμύρνη, τη Θεσσαλία και τη Μυτιλήνη, σκιαγραφεί γλαφυρά τη ζωή του σε σχέση με την κοινωνία του τέλους του 19ου αιώνα και συγκρίνει τη ζωγραφική του με τη βυζαντινή τέχνη και την ελληνική παράδοση. Τα περιστατικά που αφηγείται είναι απίστευτα κι όμως αληθινά: Αναφέρει ότι ο νεαρός Θεόφιλος ήταν το παιδί για τα θελήματα στο προξενείο της Σμύρνης. Λέγεται μάλιστα ότι σκότωσε έναν Τούρκο, για να υπεραπιστεί τη ζωή του έλληνα προξένου, σε μια απόπειρα δολοφονίας του.
«Σαν παλιός οπλαρχηγός»
Αργότερα στη Μακρινίτσα του Πηλίου δείχνει τα πρώτα δείγματα της ζωγραφικής του ιδιοφυΐας, ενώ ζει κλεισμένος στον εαυτό του και πολύ φτωχικά. Καθώς είναι «βραδύγλωσσος και ζερβός», αντιμετωπίζει τις φάρσες και τα χωρατά των άλλων, ακόμα και τα παιδιά που τον πετροβολούσαν. «Κάποιος, για να γελάσει, τράβηξε τη σκάλα πάνω στην οποία ήταν ανεβασμένος, για να ζωγραφίσει την πρόσοψη ενός μαγαζιού, και τον γκρέμισε καταγής» αναφέρει χαρακτηριστικά ο Τσαρούχης.
Η τύχη του φαίνεται να αλλάζει, όταν συναντά τον συλλέκτη Στρατή Ελευθεριάδη ή Τεριάντ, ο οποίος είχε εγκατασταθεί στο Παρίσι. Αυτός αγόρασε μερικά έργα του, του έδωσε υλικά ζωγραφικής, οργάνωσε έκθεση στο εξωτερικό. Να πώς περιγράφει ο Τσαρούχης τον Θεόφιλο: «Φορούσε πάντα φουστανέλα, που δεν ήταν η φορεσιά της πατρίδας του. Μα για τον Θεόφιλο, αυτό δεν ήταν μόνο μια καλλιτεχνική παραξενιά ή επίδειξη. Ηταν κάτι παραπάνω: μια ένδειξη πίστεως αυτή η λατρεία της φουστανέλας, λατρεία οφειλόμενη στην ποιητική της σημασία. (...) Ο Θεόφιλος άλλωστε ήθελε να 'ναι σαν παλιός οπλαρχηγός, σαν κι αυτά τα άσταστα είδωλά του που τόσο συχνά ζωγράφιζε. Σ' έναν τορβά που κρεμόταν στον ώμο του, έμπηγε ένα ξύλο με μια βυζαντινή σημαία με αετό. Στο σελάχι της φουστανέλας του είχε τα σύνεργα της ζωγραφικής του. Τα μαλλιά του ήταν μακριά σαν των παπάδων, και τα μάζευε κότσο δένοντάς τα με ένα κορδόνι, όπως ακριβώς οι παπάδες, αλλά και οι αρχαίοι Ελληνες της προκλασικής εποχής. Του άρεσε να 'χει μεγάλα νύχια. Δούλευε καθισμένος καταγής, σαν τους Ανατολίτες και τους Γιαπωνέζους. Δεν πήγαινε ποτέ σε καφενείο, ούτε σε διασκέδαση, ούτε όπου μαζευόταν κόσμος (...) Ηταν πράος και δεν βλαστημούσε ποτέ».
Ο Τσαρούχης θαυμάζει τη χρωματική ευδαιμονία και τη λάμψη της ζωγραφικής του Θεόφιλου, τον ενθουσιασμό και τον αυθορμητισμό του. Δεν τον κατατάσσει στην «οικογένεια των αφελών ζωγράφων»: «Τον Θεόφιλο τον παίρνω σαν ζωγράφο που με τη ζωγραφική του είπε αυτά ακριβώς που παρέλειψαν να πουν οι ανακαινιστές της ελληνικής ζωγραφικής του 19ου αιώνος, των οποίων το έμβλημα υπήρξε το "εφάμιλλον των ευρωπαϊκών"». Και καταλήγει:
«Ο Θεόφιλος ανήκει στην αντίθετη παράταξη απ' αυτή στην οποία ανήκουν οι δάσκαλοι, οι καθαρευουσιάνοι κι οι δημοτικιστές, οι ακαδημαϊκοί κι οι μοντέρνοι, οι συντηρητικοί κι οι εξ επαγγέλματος επαναστάτες. Είναι απ' τη μεριά των σοφών και των τρελών, παρέα με τον Σολωμό, τον παγωμένο-θερμότατο Κάλβο, τον Παπαδιαμάντη, τον αναρχικό και άκρως πειθαρχημένο Καβάφη, τον τρελό Χαλεπά, κι όλους αυτούς τους φυσικά επαναστατημένους Ελληνες, μα εξίσου φυσικά συντηρητικούς, τους Ελληνες των οποίων η ευλογημένη μεγαλομανία έσπασε τα κλουβιά του διδασκαλισμού. Δεν είναι λοιπόν να απορεί κανείς ότι αιώνια θα σκανδαλίζει αυτούς που θέλησαν πάντα να βολευτούν». *

1 σχόλιο:

  1. όλη η δουλειά σας είναι καταπληκτική!Σας ευχαριστώ που το δημοσιεύσατε!Ηρώ

    ΑπάντησηΔιαγραφή